Κυριακή του παραλύτου – το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θ. Λ., «τα δύο δεκανίκια», λόγος του αειμνήστου Μητροπ. Νικαίας Γεωργίου Παυλίδου.

Το Αποστολικόν Ανάγνωσμα της Θείας Λειτουργίας.
Πράξεων των Αποστόλων το Ανάγνωσμα: Θ.32 – 42.

Εν ταις ημέραις εκείναις, εγένετο Πέτρον, διερχόμενον δια πάντων, κατελθείν και προς τους αγίους τους κατοικούντας Λύδδαν. Εύρε δέ εκεί άνθρωπόν τινά, Αινέαν ονόματι, εξ ετών οκτώ κατακείμενον επι κραβάττω, ός ήν παραλελυμένος. Και είπεν αυτώ ο Πέτρος: «Αινέα, ιάταί σε Ιησούς ο Χριστός. Ανάστηθι και στρώσον σεαυτώ.» Και ευθέως ανέστη. Και είδον αυτόν πάντες οι κατοικούντες Λύδδαν και τον Σάρωνα, οίτινες επέστρεψαν επι τον Κύριον.
Εν Ιόππη δέ τις ήν μαθήτρια ονόματι Ταβιθά, η διερμηνευομένη λέγεται Δορκάς. Αύτη ήν πλήρης αγαθών έργων και ελεημοσυνών ών εποίει. Εγένετο δέ εν ταις ημέραις εκείναις ασθενήσασαν αυτήν αποθανείν. Λούσαντες δέ αυτήν έθηκαν εν υπερώω. Εγγύς δέ ούσης Λύδδης τη Ιόππη, οι μαθηταί ακούσαντες ότι Πέτρος εστίν εν αυτή, απέστειλαν δύο άνδρας προς αυτόν παρακαλούντες μή οκνήσαι διελθείν έως αυτών. Αναστάς δέ Πέτρος συνήλθεν αυτοίς, όν παραγενόμενον, ανήγαγον εις το υπερώον, και παρέστησαν αυτώ πάσαι αι χήραι κλαίουσαι και επιδεικνύμεναι χιτώνας και ιμάτια όσα εποίει μετ’ αυτών ούσα η Δορκάς. Εκβαλών δε έξω πάντας ο Πέτρος, θείς τα γόνατα προσηύξατο. Και επιστρέψας προς το σώμα είπε: «Ταβιθά, ανάστηθι.» Η δέ ήνοιξε τους οφθαλμούς αυτής, και ιδούσα τον Πέτρον ανεκάθισε. Δούς δέ αυτή χείρα ανέστησεν αυτήν. Φωνήσας δέ τους αγίους και τας χήρας παρέστησεν αυτήν ζώσαν. Γνωστόν δε εγένετο καθ’ όλης της Ιόππης, και πολλοί επίστευσαν επι τον Κύριον.

Απόδοση.

Τις ημέρες εκείνες, περνώντας ο Πέτρος απ’ όλες αυτές τις εκκλησίες, κατέβηκε και στους χριστιανούς που κατοικούσαν στη Λύδδα. Εκεί βρήκε κάποιον άνθρωπο που λεγόταν Αινέας. Αυτός οχτώ χρόνια ήταν κατάκοιτος επειδή ήταν παράλυτος. Ο Πέτρος του είπε: «Αινέα σε γιατρεύει ο Ιησούς Χριστός. Σήκω και στρώσε το κρεβάτι σου». Κι αυτός αμέσως σηκώθηκε. Όλοι όσοι κατοικούσαν στη Λύδδα και στον Σάρωνα τον είδαν και δέχτηκαν τον Ιησού για Κύριό τους.
Στην Ιόππη ήταν μια μαθήτρια που την έλεγαν Ταβιθά — στα ελληνικά σημαίνει «Δορκάδα». Αυτή είχε κάνει πολλές αγαθοεργίες και ελεημοσύνες. Εκείνες τις μέρες συνέβη να αρρωστήσει και να πεθάνει. Tην έλουσαν λοιπόν και την έβαλαν στο ανώγειο. Η Λύδδα ήταν κοντά στην Ιόππη, και, όταν οι μαθητές άκουσαν ότι ο Πέτρος ήταν εκεί, του έστειλαν δύο άντρες και τον παρακαλούσαν να πάει σ’ αυτούς όσο γίνεται πιο γρήγορα. Ο Πέτρος ξεκίνησε και πήγε μαζί τους. Μόλις έφτασε, τον ανέβασαν στο ανώγειο. Αμέσως τον περικύκλωσαν όλες οι χήρες κλαίγοντας και δείχνοντας τα ρούχα που είχε φτιάξει γι’ αυτούς η Δορκάδα όσο ζούσε. Ο Πέτρος τότε τούς έβγαλε όλους έξω, γονάτισε και προσευχήθηκε. Κατόπι γύρισε στη νεκρή και είπε: «Ταβιθά, σήκω πάνω». Αυτή άνοιξε τα μάτια της, κι όταν είδε τον Πέτρο ανασηκώθηκε. Ο Πέτρος της έδωσε το χέρι του και τη σήκωσε. Ύστερα φώναξε τους πιστούς και τις χήρες και τους την παρουσίασε ζωντανή. Αυτό έγινε γνωστό σε όλη την Ιόππη, και πολλοί πίστεψαν στον Κύριο.

Επιμέλεια κειμένων, Ιωάννης Τρίτος.

ΤΑ ΔΥΟ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ

«Και παρέστησαν αυτώ πάσαι αι χήραι κλαίουσαι, και επιδεικνύμεναι χιτώνας και ιμάτια, όσα εποίει μετ’ αυτών ούσα η Δορκάς».

Συγκινητική η σημερινή αφήγησις του Αποστόλου, αγαπητοί. Είναι ένας ύμνος προς την αγάπην και μια επιβράβευσις των ανθρώπων της αγάπης.
Ζούσε, αναφέρει το αποστολικόν ανάγνωσμα, μια γυναίκα στην Ιόππη, που ονομάζετο Ταβιθά, εβραίστί, ή Δορκάς ελληνιστί. Αυτή η γυναίκα ήταν η προσωποποίησις της καλοσύνης. Όλη της την ζωήν την αφιέρωνε σε καλά έργα και ελεημοσύνες. Όμως μια μέρα αρρώστησε και σε λίγο απέθανε. Θρήνος και οδυρμός στην πόλιν.
Τότε συνέπεσε να ευρίσκεται στην Λύδδαν ο Απόστολος Πέτρος. Το έμαθαν οι κάτοικοι της Ιόππης και έστειλαν αντιπροσωπείαν, παρακαλώντας τον Απόστολον να έλθη στην πόλιν των δια να αναστήση την Δορκάδα.
Ο Απόστολος Πέτρος επήγε. Συνεκινήθη όταν ευρέθη στο σπίτι της νεκράς. Γύρω από το φέρετρο είχαν μαζευθή χήρες, φτωχοί, ορφανά, που είχεν ελεήσει η Δορκάς όταν εζούσε, και έκλαιγαν απαρηγόρητα.
Ο Απόστολος προσηυχήθη και η νεκρά ανεστήθη.
Η χαρά των ανθρώπων ήταν απερίγραπτη. Την ημέραν εκείνην ο Θεός είχεν βραβεύσει την αγάπην.
Αλλά ας μελετήσωμεν βαθύτερον την έννοιαν της αγάπης, που είναι η κορωνίδα των αρετών.

1. Η «καινή εντολή».

Έχει επανειλημμένως τονισθή ότι δεν ήκουσεν ο κόσμος υψηλοτέραν διδασκαλίαν από την Χριστιανικήν. Αι φωτεινότεραι και αι αγιώτεραι ιδέαι εκηρύχθησαν από την θρησκείαν του Σταυρού. Εκεί όμως όπου πραγματικά είναι ασύγκριτος ο Χριστιανισμός, είναι η έννοια της αγάπης. Κανείς δεν ημπόρεσε να την συλλάβη σε τόσο βάθος και σε τόση έκταση όπως αυτός. Δι’ αυτό και η κυριωτέρα ονομασία του είναι: Θρησκεία της αγάπης. Τόσον ο Κύριος, ο οποίος εκήρυξε την «καινήν εντολήν», «αγαπάτε αλλήλους», όσον και μετά οι Απόστολοί Του και οι Πατέρες της Εκκλησίας, ύψωσαν την αγάπην ως το αγιώτερον και ισχυρότερον σύμβολον του Χριστιανισμού. Και κανείς άλλος δια μέσου των αιώνων δεν κατόρθωσε να υμνήση καλύτερα αυτήν την αγάπην από τον Απόστολον Παύλον, ο οποίος, εις το ιγ’ κεφάλαιο της Α’ προς Κορινθίους Επιστολής του, την παρουσιάζει ως το βασικώτερον γνώρισμα του Χριστιανισμού. Έτσι, σε μια στιγμή εξάρσεως γράφει τα αθάνατα εκείνα λόγια: «Η αγάπη πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει».
Αλλά είναι άξιον προσοχής, ότι η αγάπη αυτή, ως τονίζεται, πρέπει να μην είναι μόνον απλά, ξηρά αισθήματα, ωραία, αλλά νεκρά λόγια. Όλοι υπογραμμίζουν την ανάγκην να μεταφρασθή εις έργα, εις πράξιν. Διότι διαφορετικά δεν ωφελεί εις τίποτε μια αγάπη που περιορίζεται μόνον εις φιλολογίαν. Πολύ παραστατικά ερωτά ο θείος Ιάκωβος. «Εάν αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι …, είπη δε τις αυτοίς εξ υμών, υπάγετε εν ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε, μη δώτε δε αυτοίς τα επιτήδεια του σώματος, τί το όφελος;». Αλήθεια, αδελφέ, τι το όφελος; Πεινάει και κρυώνει ο φτωχός, τα λόγια δεν τον χορταίνουν.
Δι’ αυτό ανέκαθεν η φιλανθρωπία, η έμπρακτος εκδήλωσις της αγάπης, εθεωρήθη ως η γνησιωτέρα μορφή του Χριστιανισμού. «Ουδέν ημάς ίσους Θεώ ποιεί, ως το ευεργετείν», διακηρύττει ο Ιερός Χρυσόστομος. Μόνον όταν ευεργετώμεν, ομοιάζομεν με τον Θεόν, που είναι όλος αγάπη.

2. Η αγάπη έγραψε την ιστορία.

Ναι, αγαπητέ μου. Από τότε μέχρι σήμερα, την ωραιότερη ιστορία του κόσμου την έγραψεν η αγάπη. Ήδη από της εποχής των Αποστόλων, είχαν τεθή εις εφαρμογήν τα διδάγματα περί εμπράκτου αγάπης. Έτσι εθεσπίσθησαν «αγάπαι», όπου εύρισκαν τροφήν και στοργήν οι πτωχοί και οι δυστυχισμένοι. Όταν έπειτα η Εκκλησία των Ιεροσολύμων πέρασε μίαν δοκιμασίαν, ο Απόστολος Παύλος είναι ο πρώτος, που καθιέρωσε την «Λογίαν» εις τας εκκλησίας της Γαλατίας και της Κορίνθου. Κάθε Κυριακήν δηλαδή, ο καθένας από τους Χριστιανούς ξεχώριζε κάτι δια τους δοκιμαζομένους αδελφούς. Αυτά αργότερον εστάλησαν εις τα Ιεροσόλυμα. Και όταν μετά διεδόθη ο Χριστιανισμός εις όλα τα τότε γνωστά κέντρα, η αγάπη εθεωρήθη ως βασική προϋπόθεσις. Η Ρώμη, η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Κωνσταντινούπολις ήσαν εστίες καλοσύνης και φιλανθρωπίας. Πτωχοί, άρρωστοι, ορφανά, χήραι, απροστάτευτοι, αιχμάλωτοι, εύρισκαν εις τους Χριστιανούς άμεσον βοήθειαν. Ο Μέγας Βασίλειος, υπό την επίδρασιν του κηρύγματος της χριστιανικής αγάπης, ίδρυσε με ιδικές του δαπάνες το 370 μ.Χ. την περίφημον Βασιλειάδα, ένα δηλαδή τεράστιο συγκρότημα οικοδομημάτων, εις τα οποία παρείχετο κάθε είδους προστασία και βοήθεια. Ο ίδιος ο Μέγας Βασίλειος καθάριζε τους λεπρούς με τα χέρια του. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έπειτα, διέταξεν εις την Εκκλησίαν μεγάλας οικονομίας και κατώρθωσεν έτσι να συντηρή ημερησίως 7000 πτωχούς.
Το Βυζάντιον, κατά τα ένδοξα χρόνια της ακτινοβολίας του, ήτο γεμάτο από ιδρύματα αγάπης και φιλανθρωπίας. Όλα αυτά είναι μια φωτεινή ιστορία γραμμένη από την αγάπη.

3. Και τα χρόνια κυλούν.

Αλλά και εις τα μετέπειτα χρονια, ό,τι καλόν και ευγενικόν υπάρχει στον κόσμον, η αγάπη η χριστιανική το ενέπνευσε. Παντού υψώνονται οι πύργοι της αγάπης. Παντού κυματίζει η σημαία της χριστιανικής επιδράσεως. Πρέπει να ομολογηθή ότι πολλά έγιναν κατά το παρελθόν. Πολλά.
Αλλά δεν φθάνει αυτό. Η δυστυχία και ο πόνος έχουν, ιδιαιτέρως στα τελευταία χρόνια, απλωθή επικινδύνως. Και στα άλλα κράτη. Περισσότερο όμως στη χώρα μας. Οι πόλεμοι και οι καταστροφές, ο εμφύλιος σπαραγμός και η μανία του ολέθρου, εσκόρπισαν τη δυστυχία στην πατρίδα μας. Πολύς κόσμος υποφέρει. Πολύς κόσμος πεινάει! Ασύλληπτα και αφάνταστα δράματα παίζονται σε χιλιάδες ελληνικά σπίτια.. Και συμβαίνει το τραγικό εκείνο που έλεγε ο Απόστολος Παύλος. «Ος μεν πεινά, ος δε μεθύει». Ο ένας δηλαδή πεινάει και ο άλλος τα σκορπάει και μεθάει. Είναι ακατανόητο πράγμα στα 1960, όταν γύρω μας υπάρχει τόση σπατάλη, τόση ματαιοδοξία, να πεθαίνουν άνθρωποι στις πόλεις από την πείνα. Είναι εγκληματικό να ανεχώμεθα να λυώνουν επάνω στο κρεβάτι άρρωστοι από τον πυρετό και τον πόνο, διότι δεν υπάρχει οικονομική δυνατότης να εισαχθούν εις τα νοσοκομεία. Τότε τί είδους Χριστιανοί είμεθα; Είναι απαράδεκτο να κρατούνται στις φυλακές πτωχοί βιοπαλαισταί επειδή δεν έχουν να πληρώσουν εις το δημόσιον 70 – 80 δραχμές που χρεωστούν. Πού είναι τότε η αγάπη μας; Είναι σκληρό να μαραζώνουν σε ανήλια υπόγεια και εργοστάσια 15 χρονών παιδιά, αγόρια και κορίτσια, διότι δεν καταβάλλεται φροντίς να ευρεθούν με διαφορετικό τρόπο τα ελάχιστα οικονομικά μέσα που χρειάζονται. Είναι ασυγχώρητο λάθος να αφήνη η κοινωνία μας, η χριστιανική μας κοινωνία, να παρασύρωνται εις το τέλμα της φθοράς και της ανηθικότητος νεαρές κοπέλλες, που ζητούν οι ταλαίπωρες πόρον ζωής και πέφτουν εις τα ανόσια δίχτυα καταχθονίων εμπόρων του κακού, και χάνονται για πάντα. Πώς τα ανεχόμεθα όλα αυτά χωρίς εντροπήν; Πώς δεν επαναστατεί η χριστιανική μας συνείδησις;

4. Ο Σταυρός προστάζει.

Ναι! Ο Σταυρός προστάζει να μη προδίδουν οι Χριστιανοί τα καθήκοντά των. Τί θα απαντήσωμεν, αδελφοί, εις τον Εσταυρωμένον Λυτρωτήν μας όταν, υψώνων το τρυπημένο από τα καρφιά χέρι Του, θα μας ειπή κάποτε αυστηρά:
Πού είναι το έργον της αγάπης σας; Διατί αφήσατε να αποθάνουν τόσοι πτωχοί εκ πείνης; Διατί δεν εσπογγίσατε τα δάκρυα και το αίμα των αδελφών που υπέφεραν; Διατί εμείνατε ανάλγητοι εις την ικεσίαν του ορφανού; Διατί εσπαταλήσατε τα αγαθά μου εις ματαιοδοξίας και διασκεδάσεις, όταν γύρω σας εσπάρασαν χήρες, απροστάτευτες υπάρξεις, ψυχές που έπεφταν στα νύχια του θηρίου; Είσθε ένοχοι. «Εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε».
Αδελφέ, με κατέχει αίσθημα τρόμου. Φοβούμαι την δικαίαν οργήν του Θεού. Εσύ δεν την φοβείσαι;
Καιρός πλέον να αντιληφθώμεν την ευθύνην μας. Μη περιμένωμεν από το Κράτος. Αυτό, βέβαια, θα κάμη ό,τι υποχρεούται. Και πρέπει ακόμη πολλά να κάμη. Το θέμα όμως είναι τι θα κάμωμεν ημείς. Καλά, βέβαια, είναι και τα λόγια, και ο εκκλησιασμός, και αι νηστείαι και η μελέτη του λόγου του Θεού. Αλλά δεν φθάνουν αυτά. Χρειάζεται η αγάπη να φθάση στην καρδιά. Να την συγκινήση, να την ηλεκτρίση. Τότε η αγάπη γίνεται πηγή δυνάμεως και δράσεως. Τότε μηχανεύεται χίλιους τρόπους ενεργείας. Μια καρδιά που αγαπάει σωστά και ζωντανά, δεν περιμένει να της υποδείξουν οι άλλοι τους τρόπους. Τους ευρίσκει μόνη της. Τους δημιουργεί. Δεν μένει τότε καιρός δια συζητήσεις και κουτσομπολιά και μαλώματα και εγωισμούς και πείσματα. Όταν η καρδιά καίεται από αγάπη, μέσα σ’ αυτήν τη φωτιά δεν μένη τίποτε κακό που να μην καή. Μόνον ο Θεός και ο νόμος Του μένουν όρθια και ακτινοβολούν. Σωστά είπε κάποιος, ότι το «βαρόμετρο της πνευματικής ζωής είναι η γνησία και θερμή αγάπη».
Είναι ανάγκη να τονισθή ιδιαιτέρως μια λέξις της παραγγελίας του Αποστόλου Παύλου. Η λέξις «προϊστασθαι». Δεν θα περιμένεις να αρχίσουν οι άλλοι τα καλά έργα. Οι πιστοί θα πρωτοστατούν. Αυτοί θα ηγούνται. Το έργο αυτό πρέπει να το αγαπήσουν, να το θεωρήσουν ως βασικόν των χρέος, ως αποστολήν, αλλοιώς θα μείνουν σαν δένδρα άκαρπα, άχρηστα, νεκρά.

5. Εμπρός, αδελφοί.

Ναι! Εμπρός, αδελφοί! Τί περιμένομεν; Ο πόνος γύρω μας κατακλύζει το παν. Τα θύματα άπειρα. Ψυχές που αγαπάτε τον Θεόν, αποδείξατε αυτήν σας την αγάπην, αγαπώντας έμπρακτα τους ανθρώπους. Η αγάπη αυτή θα σώση και εμάς τους ιδίους. «Λύτρον ψυχής εστίν ελεημοσύνη», βεβαιώνει ο Ιερός Χρυσόστομος. Θα γίνη σπλαγχνικός και εις εμάς. Αλλά η αγάπη θα σώση και τους αδελφούς μας. Θα τους παρηγορήση. Θα τους στηρίξη. Θα τους προφυλάξη από δρόμους αμαρτίας. Θα τους ασφαλίση εις τον δρόμον της αρετής.
Η γη θα γίνη ανθών. Ο στεναγμός θα μεταβληθή εις δοξολογίαν. Το μίσος θα γίνη αύρα καλωσύνης και οι άνθρωποι αναμεταξύ των αδελφοί.
Ναι, Κύριε, και οι άνθρωποι όλοι αδελφοί!

Αγαπητοί, ο Εφημέριος, μετά τη Θεία Λειτουργία, ωμίλησε με πολύ πόνο εις το εκκλησίασμα. Είπεν ότι κινδυνεύει να κλείσει ο Παιδικός Σταθμός λόγω ελλείψεως πόρων, και παρεκάλεσε να βοηθήσουν όσοι μπορούν. Ένα κουτί μια κυρία το περιέφερε. Αλλά τίποτε, αι προσφοραί είναι μηδαμιναί. Τότε συνέβη κάτι το συγκινητικό. Κάτω, προς το παγκάρι, ήτο μια κοπέλα ανάπηρη, που εστηρίζετο σε δυο δεκανίκια. Ήταν πολύ πτωχή. Και αυτά κάποια φιλάνθρωπος της τα είχε αγοράσει. Πήγε λοιπόν κοντά της η κυρία με το κουτί. Την είδε. Επήγε να προσπεράση. Τί να ζητήση από τη δυστυχισμένη αυτή νέα! Όμως εκείνη την εκάλεσε, και προς γενικήν κατάπληξιν άφησε επάνω στο κουτί τα δυο της δεκανίκια…
─Αυτά έχω να δώσω μόνον, είπε με καλοσύνη, και εδάκρυσε.
Ο κόσμος συγκινείται. Πολλοί κλαίνε. Ζητούν να ξαναγυρίση το κουτί εις όλους. Σε λίγο είχε γεμίσει από χρήματα. Έτσι ο Παιδικός Σταθμός δεν διελύθη. Τον εστήριξαν, περίεργο, τα δυο δεκανίκια της αγάπης.
Ναι! Τα δεκανίκια…

Από το βιβλίο «Φως ταις τρίβοις μου», του Μητροπολίτου Νικαίας, Γεωργίου Παυλίδου, σελίς 23 και εξής.

Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς.

Παράβαλε και:
Κυριακή του παραλύτου – η Ευαγγελική περικοπή της Θ. Λ., ομιλία του επισκ. Αυγουστίνου Καντιώτου, υμνολογική εκλογή.
Κυριακή του Παραλύτου – η Ευαγγελική περικοπή της Θ. Λ., λόγος του Αγ. Μακαρίου του Πατμίου.
Θεραπεία του παραλύτου της Βηθεσδά- Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής.

Δημοσιεύθηκε στην Λειτουργικά, εορτολογικά, Νεοελληνική απόδοση Ύμνων, Συναξάρια. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.