Γλυκές μου κυρίες, δεν θέλω να θυμώνω μαζί σας• όμως με προκαλείτε άσχημα, όταν μου λέτε ψέματα, όταν υποκρίνεστε.
Κάποιες από σας έχω πάρει στο ταξί τουλάχιστον εί¬κοσι φορές, από κλήσεις. Έχουμε πια γνωριστεί. Ενώ μου έχετε μιλήσει επανειλημμένα για την άσχημη συμπεριφορά του συζύγου σας, όταν πεθάνει, μου λέτε: Γιατί ο Θεός να μου τον πάρει, είναι άδικος! Ο άνδρας μου ήταν καλός, ένα κομμάτι μάλαμα, ήταν άγιος. Και κλαίτε. Εκείνη την στιγμή, τι να σας πω; Να σας ρωτήσω γιατί με κοροϊδεύετε; Δεν κάνει, υποτίθεται ότι πονάτε. Με τον Θεό γιατί τα βάζετε, δεν ξέρω, πολλές τον βρίζετε κιόλας.
Πώς να σας χαρακτηρίσω; Τα έχω χαμένα μ’ όλες τις γυναίκες, γνωστές και άγνωστες, που, όταν σας παίρνω από τα κοιμητήρια, όλες λέτε το ίδιο παραμύθι: «Ο άνδρας μου ήταν καλός, ήταν άγιος. Τι Θεός είναι αυτός που παίρνει όλους τους αγίους ανθρώπους και μας αφήνει μόνες; Τέτοιος Θεός ας μας έλειπε!».
Και το βράδυ, κλήση από το Ράδιο ταξί. Κυρίες που το πρωί έκλαιγαν και χτυπιόντουσαν στο κοιμητήριο και έβριζαν το Θεό, το βράδυ τρέχουν στην ταβέρνα να διασκεδάσουν τον πόνο τους, χορεύοντας πάνω στα τραπέζια τσιφτετέλι!
Δεν μπορώ να ακολουθήσω τη «λογική» σας… Όταν ζούσε ήταν διάβολος, τώρα που πέθανε, έγινε άγιος… Και ο Θεός ακόμη άδικος είναι για σάς! Τελικά ξέρετε τι θέλετε;
Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της Μακαριστής μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.