Η αρχιερατική προσευχή
(Ιωάν. ιζ, ι-26)
Α) Ο Χριστός προσεύχεται για το έργο του
(Ιωάν. ιζ, 1-8)
Αφού τα είπε αυτά ο Ιησούς, σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και είπε: «Πατέρα, έφτασε η ώρα˙ φανέρωσε τη δόξα του Υιού σου, ώστε κι ο Υιός σου να φανερώσει τη δική σου δόξα. Εσύ του έδωσες εξουσία πάνω σε όλους τους ανθρώπους˙ έτσι κι αυτός θα δώσει την αιώνια ζωή σε όλους αυτούς που του εμπιστεύτηκες. Και να ποια είναι η αιώνια ζωή: Ν’ αναγνωρίζουν οι άνθρωποι εσένα ως τον μόνο αληθινό Θεό, καθώς κι εκείνον που έστειλες, τον Ιησού Χριστό. Εγώ φανέρωσα τη δόξα σου πάνω στη γη,1 αφού ολοκλήρωσα το έργο που μου ανέθεσες να κάνω. Τώρα λοιπόν εσύ, Πατέρα, δόξασέ με κοντά σ’ εσένα με τη δόξα που είχα κοντά σου προτού να γίνει ο κόσμος.
»Εγώ σε έκανα γνωστό στους ανθρώπους που τους πήρες μέσα από τον κόσμο και μου τους εμπιστεύτηκες. Ανήκαν σ’ εσένα, κι εσύ τους έδωσες σ’ εμένα, κι έχουν δεχτεί τον λόγο σου. Αυτοί τώρα ξέρουν πως όλα όσα μου έδωσες προέρχονται από σένα˙ γιατί τις διδαχές που μου έδωσες, εγώ τις έδωσα σ’ αυτούς, κι αυτοί τις δέχτηκαν και αναγνώρισαν πως πραγματικά από σένα προέρχομαι, και πίστεψαν πως εσύ με έστειλες στον κόσμο.
ΣΧΟΛΙΑ
1 Εγώ φανέρωσα τη δόξα σου πάνω στη γη.
Γνωστός ήτο ο Θεός εις όλον το γένος των Ιουδαίων «Γνωστός εν τη Ιουδαία ο Θεός» (Ψαλμ. οε’ 1) διατί λοιπόν λέγει ο Θεάνθρωπος ότι εφανέρωσε το όνομα του Θεού εις τους ανθρώπους; Δια τα έθνη τα λατρεύοντα τα πλάσματα αντί να λατρεύουν τον Πλάστην, και μη γνωρίζοντα τον αληθινόν ποιητήν της κτίσεως; Ναι, δια τα έθνη˙ αλλά και δι’, αυτούς τους Ισραηλίτας: διότι εγνώριζον μεν αυτοί τον Θεόν, άλλ’ ως δημιουργόν, όχι όμως και ως πατέρα του Υιού. Δια τούτο ο Σωτήρ ημών δεν είπεν, εφανέρωσά σε, «άλλ’ εφανέρωσά σου το όνομα»˙ ποίον όνομα; Το πατρικόν. Ο μεν Μωυσής ασαφώς εδίδαξε τας τρεις υποστάσεις της Θεότητος, λέγων το «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν» (Γεν. α’, 26), και το «εγώ ειμί ο Θεός του Πατρός σου, ο Θεός Αβραάμ, ο Θεός Ισαάκ, και ο Θεός Ιακώβ» (Έξοδος γ’ 6)˙ ο δε Κύριος ημών Ιησούς Χριστός φανερά το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος εκήρυξεν «εγώ και ο Πατήρ εν εσμέν (Ιωάν. γ, 30). Ο εωρακώς εμέ, εώρακε τον Πατέρα (Ιωάν. δ,9-10)˙ εγώ εν τω Πατρί, και ο
Πατήρ εν εμοί εστί (Ιωάν. ιε’, 26). Το πνεύμα της αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται. Βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος˙ (Ματθ. κη’ 19).
Όθεν οι Ιουδαίοι εσκανδαλίζοντο υπερβολικά, και «εζήτουν αυτόν αποκτείναι, ότι ου μόνον έλυε το Σάββατον, αλλά και πατέρα ίδιον έλεγε τον Θεόν, ίσον εαυτόν ποιών τω Θεώ» (Ιωάν. ε’, 18). Επειδή το Όνομα Πατήρ είναι δόξα του Θεού, υπερτέρα και αυτού του ονόματος Θεός: καθότι το μεν Θεός σημαίνει την αξίαν, το δε Πατήρ την ουσιώδη Ιδιότητα: και το μεν Θεός δηλοί αυτόν δημιουργόν και κύριον της πεπερασμένης κτίσεως, το δε Πατήρ γεννήτορα της απείρου υποστάσεως του Υιού αυτού: δια τούτο δοξάζεται περισσότερον ο Θεός, όταν ονομάζεται και πιστεύεται ως Πατήρ του Υιού και προβολεύς του αγίου Πνεύματος, παρά εάν λέγεται μόνον Θεός και πιστεύεται δημιουργός. Ο νόμος ο γραπτός, ο οποίος ήτο ατελής και παιδαγωγός, και είχε σκοπόν να αποσπάση τους ανθρώπους από της πολυθεΐας των ειδώλων, εδίδασκε φανερά μεν το είς Θεός, κεκαλυμμένως δε το Πατήρ και Υιός και Πνεύμα άγιον˙ διο και ο Απόστολος έλεγεν, «Ουδέν ετελείωσεν ο νόμος, επεισαγωγή δε κρείττονος ελπίδος, δι’ ης εγγίζομεν τω Θεώ» (Εβρ. ζ’ 19).
Το ευαγγελικόν κήρυγμα του Χριστού, επειδή ήτο τέλειον και δεσποτικόν, και απέβλεπεν εις την ανάβασιν των ανθρώπων εις την τελειότητα της πίστεως, εδίδασκε σαφώς και το ενιαίον της Θεότητος, και το τρισσόν των θείων υποστάσεων. Όθεν πρεπόντως έλεγεν ο Θεάνθρωπος, «Εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις», δηλαδή εφανέρωσα εις τους ανθρώπους, ότι συ υπάρχεις κατά φύσιν Πατήρ του Υιού, και προβολεύς του αγίου Πνεύματος
(Αρχιερεύς, Νικηφόρος Θεοτόκης.)
Β) Ο Κύριος προσεύχεται υπέρ των αποστόλων
(Ιωάν. ιζ, 9-19)
»Εγώ γι’ αυτούς παρακαλώ. Δεν παρακαλώ για τον κόσμο αλλά γι’ αυτούς που μου έδωσες, γιατί ανήκουν σ’ εσένα. Κι όλα όσα είναι δικά μου είναι και δικά σου, και τα δικά σου είναι και δικά μου, και δι’ αυτών θα φανερωθεί η δόξα μου. Τώρα δεν είμαι πια μέσα στον κόσμο˙ ενώ αυτοί μένουν μέσα στον κόσμο, κι εγώ έρχομαι σ’ εσένα. Άγιε Πατέρα, διατήρησέ τους στην πίστη με τη δύναμη του ονόματός σου που μου χάρισες, για να μείνουν ενωμένοι όπως εμείς. Όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους διατηρούσα στην πίστη με τη δύναμη του ονόματός σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανένας απ’ αυτούς δεν χάθηκε, παρά μόνο ο άνθρωπος της απώλειας, για να εκπληρωθούν τα λόγια της Γραφής. Τώρα όμως εγώ έρχομαι σ’ εσένα, και τα λέω αυτά όσο είμαι ακόμα στον κόσμο, ώστε να έχουν τη δική μου τη χαρά μέσα τους σ’ όλη την πληρότητά της. Εγώ τους έδωσα το δικό σου μήνυμα˙ ο κόσμος όμως τους μίσησε γιατί δεν ανήκουν στον κόσμο, όπως και εγώ δεν προέρχομαι από τον κόσμο.
Σε παρακαλώ, όχι να τους πάρεις από τον κόσμο, αλλά να τους προστατέψεις από τον διάβολο. Δεν προέρχονται από τον πονηρό κόσμο, όπως και εγώ δεν προέρχομαι απ’ αυτόν τον κόσμο. Με την αλήθεια σου ξεχώρισέ τους από τον κόσμο˙ ο δικός σου ο λόγος είναι αλήθεια. Όπως εσύ έστειλες εμένα στον κόσμο, έτσι κι εγώ έστειλα στον κόσμο αυτούς˙ και για χάρη τους αφιερώνω και προσφέρω τον εαυτό μου σ’ εσένα, ώστε κι αυτοί, με τη βοήθεια της αλήθειας, να είναι αφιερωμένοι σ’ εσένα.
Γ) Προσεύχεται υπέρ όλων των χριστιανών
(Ιωάν. ιζ, 20-26)
»Δεν προσεύχομαι μόνο γι’ αυτούς αλλά και για κείνους που με το κήρυγμα αυτών θα πιστεύουν σ’ εμένα, ώστε να είναι όλοι ένα, όπως εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος μ’ εμένα κι εγώ μ’ εσένα. Να είναι κι αυτοί ενωμένοι μ’ εμάς, κι έτσι ο κόσμος να πιστέψει ότι μ’ έστειλες εσύ. Εγώ τη δόξα που μου έδωσες την έδωσα σ’ αυτούς, για να είναι ένα μεταξύ τους, όπως εμείς είμαστε ένα: Εγώ ενωμένος μαζί τους κι εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε ν’ αποτελούν μια τέλεια ενότητα, κι έτσι ο κόσμος να καταλαβαίνει ότι μ’ έστειλες εσύ κι ότι αγάπησες κι αυτούς όπως αγάπησες εμένα.
«Πατέρα, θέλω αυτοί που μου έδωσες να είναι μαζί μου όπου είμαι κι εγώ, για να μπορούν να βλέπουν τη δόξα μου, τη δόξα που μου χάρισες, γιατί με αγάπησες προτού να γίνει ο κόσμος. Πατέρα, δίκαιε κριτή, ο κόσμος δεν σε γνώρισε, ενώ εγώ σε γνώρισα, κι αυτοί εδώ έχουν αναγνωρίσει πως μ’ έστειλες εσύ Τους έμαθα ποιος είσαι και θα συνεχίσω να τους το μαθαίνω, ώστε να είναι μέσα τους η αγάπη με την οποία με αγάπησες, όπως κι εγώ θα είμαι μέσα τους».
Από το βιβλίο: “Ιησούς Χριστός: Βίος, Διδασκαλία, Θαύματα”, Β’ τόμος, του Ιερομονάχου Κοσμά του Δοχειαρίτου.
Ιερόν Δοχειαρίτικον Κελλίον, Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Αγιον Ορος 2011.
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.